ΙΔΡΥΣΗ – ΕΞΑΠΛΩΣΗ – ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ

Η αρχή της Εκκλησίας βρίσκεται στο θαύμα της δημιουργίας, όταν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από το μηδέν, εκεί όπου ο Θεός κάλεσε τον άνθρωπο σε κοινωνία ζωής μαζί Του. Η ιστορική όμως εποχή της Εκκλησίας αρχίζει όταν ο Θεός, ο Χριστός, πήρε σάρκα (σαρκώθηκε) και έγινε άνθρωπος. Κατόπιν κάλεσε τους δώδεκα Αποστόλους, δίδαξε, θαυματούργησε, έπαθε για τις αμαρτίες των ανθρώπων, νίκησε τον θάνατο με την ανάστασή Του και κατέλυσε το φράγμα που χώριζε Θεό και άνθρωπο. Οι άγιοι Πατέρες λένε, ότι την πρώτη εμφάνιση της Εκκλησίας έχουμε στο Μυστικό Δείπνο, όπου έγινε η παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, το οποίο είναι η ουσία και το κέντρο της Εκκλησίας. Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (50 ημέρες μετ΄ατην Ανάσταση του Χριστού) με την κάθοδο του αγίου Πνεύματος και τη βάπτιση των τριών χιλιάδων πιστών, έχουμε την συγκρότηση της Εκκλησίας σε Σώμα και τη δημιουργία της πρώτης Εκκλησιαστικής Κοινότητας των Ιεροσολύμων. Ο οργανισμός της Εκκλησίας, δεν είναι μια άμορφη μάζα, αλλά μια κοινωνία ανθρώπων, οπότε έχει ανάγκη από οργάνωση και ιεραρχία. Έτσι από τα πρώτα χρόνια διακρίνουμε μέσα στην Εκκλησία δύο τάξεις, τον κλήρο και το λαό. Ενώ όλα τα μέλη της Εκκλησίας απέναντι στο Θεό είναι ισότιμα, απαραίτητη θεωρείται για τη λειτουργία του οργανισμού η ιεραρχική διάρθρωση, η οποία διακρίνει τον κλήρο σε ανώτερο (επίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι) και σε κατώτερο (υποδιάκονοι, αναγνώστες, ψάλτες, θυρωροί, εξορκιστές κ.ά.). Η οργάνωση και η ιεραρχία περιλαμβάνει όλους τους βαπτισμένους χριστιανούς, των οποίων απαραίτητη θεωρείται η συνεργασία για τη λειτουργία του εκκλησιαστικού σώματος. Τα μεγάλα γεγονότα της εποχής των Αποστόλων φανερώνουν, ότι το άγιο Πνεύμα είναι οδηγός της Εκκλησίας στο έργο της. Χαρακτηριστική είναι η ομολογία του πολέμιου του Χριστιανισμού Ρουσσώ, που είπε ότι: «η ιστορία της εξαπλώσεως της Εκκλησίας είναι ένα διηνεκές (συνεχές) θαύμα». Από τα Ιεροσόλυμα άπλωσε τα κλαδιά της σ’ ολόκληρο τον κόσμο, από την Ανατολή μέχρι τη Δύση και από το Βορρά μέχρι το Νότο. Οι Απόστολοι που έλαβαν τη χάρη από τον ίδιο τον Χριστό χειροτόνησαν επισκόπους, τους οποίους έθεσαν υπεύθυνους στις νέες εκκλησιαστικές κοινότητες. Οι επίσκοποι χειροτόνησαν πρεσβυτέρους και διακόνους μαζί με τους οποίους ποίμαναν το λαό του Θεού. Με την αύξηση του αριθμού των πιστών από τις κεντρικές κοινότητες αποσπάσθηκαν άλλες μικρότερες κοινότητες, οι ενορίες, οι οποίες μαζί αποτέλεσαν τις κατά τόπους επισκοπές. Με την πάροδο του χρόνου, ανάλογα με τις διοικητικές περιφέρειες του τότε κόσμου, δημιουργήθηκαν τα πατριαρχεία και οι αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Κάθε πατριαρχείο ή αυτοκέφαλη Εκκλησία έχουν στη δικαιοδοσία τους πολλές μητροπόλεις ή επισκοπές. Όλα μαζί τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και οι αυτοκέφαλες εκκλησίες που βρίσκονται σε μυστηριακή κοινωνία μεταξύ τους αποτελούν την Ορθόδοξη Εκκλησία. Εκκλησία όμως είναι και κάθε επισκοπή ξεχωριστά, ακόμα και η πιο μικρή ενορία που έχει ιερέα και πιστούς. Όπως όταν σπάσει ένας καθρέπτης και πάρουμε ακόμα και το πιο μικρό κομμάτι του βλέπουμε μέσα ολόκληρο τον ήλιο. Το ίδιο γίνεται και στην πιο μικρή ενορία, υπάρχει ολόκληρη η Εκκλησία, με την προϋπόθεση βέβαια ότι ιδρύθηκε και λειτουργεί σύμφωνα με τους ιερούς Κανόνες και ενωμένη με τον τοπικό επίσκοπο.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Το σύστημα διοίκησης της Εκκλησίας ονομάζεται «Συνοδικό» και αποκαλύπτει ιδιαίτερα ότι η Εκκλησία είναι κοινωνία προσώπων. Όχι ένας μόνο άνθρωπος, ούτε κάθε πιστός χωριστά και ατομικά, αλλά όλες μαζί οι τοπικές Εκκλησίες είναι μάρτυρες και φορείς της αλήθειας. Το Συνοδικό πνεύμα διαποτίζει όλη τη ζωή και τους θεσμούς της Εκκλησίας. Κάθε επισκοπή αποτελεί σύνοδο, στην οποία προεδρεύει ο επίσκοπος «εις τύπον και τόπον Χριστού», παρεδρεύουν οι πρεσβύτεροι εις τύπον των αγίων Αποστόλων, διακονούν οι διάκονοι εις τύπον των αγγέλων και μετέχει ο πιστός λαός του Θεού. Όλοι μαζί συμπορεύονται στη Βασιλεία του Θεού ακολουθούντες τον Χριστό. Κάθε ενορία ποιμαίνεται με το ίδιο πνεύμα. Μέσα σ’ αυτή ο πιστός ζει τη φανέρωση της Εκκλησίας ως κοινωνίας προσώπων «εν Χριστώ» σε ένα σώμα και σε μια οικογένεια. Η ενορία ΔΕΝ είναι μια θρησκευτική γραφειοκρατική αρχή ή ένα ίδρυμα που εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες ορισμένων θρησκευόμενων ατόμων, αλλά είναι το εκκλησιαστικό κέντρο ενότητας και κοινωνίας όλων των ενοριτών. Η ένωση της οικογένειας αυτής φανερώνεται στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, όπου οι πιστοί ενώνονται με το Χριστό και δια του Χριστού με τον συνάνθρωπό τους. Αυτονόητο είναι, ότι η ενότητα πρέπει να εκφράζεται και στις άλλες εκφάνσεις της ζωής σαν ενδιαφέρον και συμμετοχή στη χαρά και στον πόνο, στις ανάγκες και στους προβληματισμούς των αδελφών.

[ΣΕΙΡΑ: Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας τ.2 Ανάτυπο από την ομώνυμη έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος με μικρές προσθαφαιρέσεις]